αιπυμήτης

αιπυμήτης
αἰπυμήτης, ο (Α)
αυτός που κάνει μεγάλες σκέψεις, που έχει υψηλές ιδέες, υψηλό φρόνημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰπύς* + -μήτης < μῆτις «σοφία σύνεση»).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αἰπυμῆτα — αἰπυμήτης with high thoughts masc voc sg αἰπυμήτης with high thoughts masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PROMETHEUS — Iapeti et Clymenes fil. teste Poeta. Κούρην δ᾿ Ι᾿άπετος καλλίσφυρον Ω᾿κεανίνην Η᾿γάγετο Κλυμένην, καὶ ὁμὸν λέχος εἰσανέβαινεν, Η῾δὲ οἰ Α῎τλαντα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα. Τίκτε δ᾿ ὑπερκύδαντα Μενοὶτιον, ἠδὲ Προμηθέα Ποικίλον, αἰολομῆτιν. Filium… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αιπύνοος — αἰπύνοος, ον (Α) ο αιπυμήτης* [ΕΤΥΜΟΛ. < αἰπύς* + νόος] …   Dictionary of Greek

  • αιπύς — αἰπύς, εῑα, ύ (Α) 1. ψηλός, απόκρημνος 2. (για τον θάνατο) αυτός που εφορμά από ψηλά, ορμητικός, βίαιος 3. ολοσχερής, ολοκληρωτικός, πλήρης, τέλειος, οξύς 4. (για πάθη) φλογερός, δυνατός 5. στη Μυκην. η λ. μαρτυρείται έμμεσα με το κύριο όνομα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”